Danish persistence pays off in the lightweight men’s double
Δεν υπάρχουν «σίγουρα τα πράγματα» στο διπλό σκιφ των ανδρών ελαφρών βαρών. Τα περιθώρια είναι πολύ μικρά - κάθε κωπηλάτης ζυγίζει κατά μέσο όρο 70 κιλά που σημαίνει ότι δεν υπάρχει πλήρωμα με σημαντικό φυσικό πλεονέκτημα. Οι αγώνες είναι πάντα «κλειστοί» και η νίκη ποτέ δεν είναι εύκολη.Η ανασκόπηση των Ολυμπιακών αγωνισμάτων κωπηλασίας έφτασε στο 7ο μέρος, στο μέσο της σειράς των άρθρων του World Rowing που μας επαναφέρει στη μνήμη τις σημαντικότερες στιγμές της Ολυμπιακής ρεγκάτας 2012. Σήμερα στο επίκεντρο είναι το διπλό σκιφ ανδρών ελαφρών βαρών.
Λίγο μετά το μεσημέρι της 4ης Αυγούστου 2012, έξι σκάφη, με 12 κωπηλάτες ελαφρών βαρών, πήραν θέση στη γραμμή εκκίνησης του κωπηλατοδρομίου του Eton Dorney: Μεγάλη Βρετανία, Δανία, Νέα Ζηλανδία, Γαλλία, Γερμανία και Πορτογαλία. Έξι λεπτά και 37 δευτερόλεπτα αργότερα, το δίδυμο των Mads Rasmussen και Rasmus Quist θα υψώσουν τα χέρια τους πανηγυρίζοντας, νιώθοντας υπερήφανοι που μπορούν να αποκαλούν τους εαυτούς τους χρυσούς Ολυμπιονίκες.
Ο δρόμος για να γίνουν Ολυμπιονίκες ήταν μακρύς και δύσκολος για τους Rasmussen και Quist. Το δίδυμο από τη Δανία ξεκίνησε να αγωνίζεται σε διεθνές επίπεδο 11 χρόνια πριν φτάσει στην ύψιστη αυτή διάκριση. Στην πρώτη τους Ολυμπιάδα έδειξαν ότι το νεοσυσταθέν πλήρωμα είχε κάτι το ιδιαίτερο . Το 2002 κέρδισαν δύο χάλκινα μετάλλια σε αγώνες Παγκοσμίου Κυπέλλου και στη συνέχεια χάλκινο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Αλλά, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 στη λίμνη του Σχοινιά κοντά στην Αθήνα, το διπλό τερμάτισε στην πιο απογοητευτική θέση για κάθε πλήρωμα, στην τέταρτη, μια θέση πριν τα μετάλλια. Ο Quist θυμάται πως ένιωσε μετά τον πρώτο του ολυμπιακό τελικό, λέγοντας: «Μετά την Αθήνα ήμουν λίγο πικραμένος που δεν πήραμε μετάλλιο, αφού στο μεγαλύτερο μέρος του αγώνα ήμασταν στις θέσεις βάθρου. Αλλά, πίστευα επίσης ότι θα μας δοθεί κι άλλη ευκαιρία». Και είχε δίκιο.
Στην δεύτερη Ολυμπιάδα φάνηκαν τα οφέλη που έχει ένα πλήρωμα όταν είναι αρκετό χρόνο μαζί και πόσο αυτό συνεισφέρει στη απόδοσή του. Rasmussen και Quist ήταν δύο από τα πλέον συνήθη πρόσωπα στο βάθρο κατά τη διάρκεια της σειράς του Παγκοσμίου Κυπέλλου Κωπηλασίας και του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος. Πήραν τον πρώτο Παγκόσμιο τίτλο τους το 2006 και στη συνέχεια, το 2007, ολοκλήρωσαν μια τέλεια σεζόν, κερδίζοντας σε κάθε παγκόσμια ρεγκάτα κωπηλασίας που αγωνίστηκαν. Επιτυγχάνουν επίσης την καλύτερη παγκόσμια επίδοση με 6:10.2. Τα ονόματα Rasmussen και Quist έγιναν συνώνυμο του διπλού σκιφ ανδρών ελ. βαρών και ήταν φαβορί για να είναι οι επόμενοι Ολυμπιονίκες.
Στην Ολυμπιακή χρονιά όμως, η εξαιρετική εικόνα που παρουσίασαν το 2007 δεν είχε συνέχεια. Τερμάτισαν πολύ χαμηλά στους δύο πρώτους αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου (στο πρώτο επέλεξαν να αγωνιστούν στο διπλό βαρέων βαρών). Στον τελευταίο αγώνα του Παγκοσμίου Κυπέλλου κατέκτησαν το ασημένιο μετάλλιο και ανάσαναν ανακουφισμένοι. Και τώρα είχαν μπροστά τους την κούρσα για τα μετάλλια στο Πεκίνο.
Στον δεύτερό τους Ολυμπιακό τελικό, αυτή τη φορά στο Πεκίνο, οι Rasmussen και Quist κατέκτησαν το χάλκινο μετάλλιο, χάνοντας πάνω στη γραμμή του τερματισμού από τους Έλληνες Βασίλη Πολύμερο και Δημήτρη Μούγιο, οι οποίοι πήραν το ασημένιο και από το σχετικά νεοσυσταθέν βρετανικό δίδυμο των Zac Purchase και Mark Hunter, οι οποίοι έγιναν Ολυμπιονίκες, επιτυγχάνοντας μάλιστα και τον καλύτερο Ολυμπιακό χρόνο.. «Το Πεκίνο αποδείχθηκε καταστροφικό. Ήρθαμε ως δις παγκόσμιοι πρωταθλητές και στη συνέχεια καταλήξαμε πολύ πίσω. Χρειάστηκε αρκετός χρόνος για να το ξεπεράσουμε αυτό », λέει ο Quist.
Το ξεπέρασαν, αλλά ο καθένας με το δικό του τρόπο. Ο Rasmussen πέρασε το 2009 πειραματιζόμενος στο σκιφ ελ. βαρών και το 2010 συνεργαζόμενος στο διπλό σκιφ με τον Thomas Larsen. Κι ο Quist επίσης δοκίμασε διάφορους συνδυασμούς, σε τετραπλό, διπλό και σκιφ ελ. βαρών. Αλλά το 2011 το δίδυμο επανενώθηκε. Ο Rasmussen περιγράφει τα συναισθήματά του όταν άφησε το διπλό των ανδρών, εξηγώντας ότι «μου ήταν δύσκολο να καταβάλω λιγότερη προσπάθεια απ΄ αυτή που απαιτούν τα βαρέα βάρη, καθώς δεν είμαι άτομο που θα εγκαταλείψει. Συνήθως αυτές οι καταστάσεις με πεισμώνουν, αλλά εκείνη τη στιγμή ήξερα ότι επρόκειτο να κάνω τη σωστή κίνηση». Δύο χρόνια αργότερα, η απόδειξη ότι ήταν η σωστή απόφαση κρεμόταν στο λαιμό του και, ανεβασμένος στο Ολυμπιακό βάθρο άκουγε τον εθνικό ύμνο της Δανίας.
Η δόξα των Ολυμπιακών Αγώνων δεν θα έρθει χωρίς μάχη. Οι Βρετανοί Zac Purchase και Mark Hunter, αγωνιζόμενοι στην έδρα τους, ήλπιζαν να πάρουν το δεύτερο ολυμπιακό χρυσό τους. Ξεκίνησαν τη σεζόν του 2012 ως Παγκόσμιοι Πρωταθλητές, αλλά τα απρόβλεπτα αποτελέσματα των αγώνων στο Παγκόσμιο Κύπελλο δημιούργησαν αμφιβολίες για το αν θα είναι σε θέση να επιτύχουν το στόχο τους. Θα κατάφερναν να ξαναβρούν τη φόρμα τους τη στιγμή που ήθελαν; Οι Storm Uru και Peter Taylor από τη Νέα Ζηλανδία, έδειξαν πριν από τους Αγώνες του 2012, ότι θα είναι μέσα στους διεκδικητές για το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο. Κατά τη διάρκεια της Ολυμπιάδας του Λονδίνου, Uru και Taylor είχαν γίνει Παγκόσμιοι Πρωταθλητές το 2009, συγκεντρώνοντας παράλληλα και έναν εντυπωσιακό αριθμό μεταλλίων Παγκοσμίων Κυπέλλων. Στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2012 στο Μόναχο ήταν το ταχύτερο πλήρωμα, αλλά θα μπορούσαν να το κάνουν και πάλι στο Eton-Dorney;
Στον τελικό του διπλού ελ. βαρών των ανδρών των Ολυμπιακών Αγώνων του 2012 συνέβη κάτι που δεν έγινε σε κανέναν από τους υπόλοιπους τελικούς. Μια ζημιά του εξοπλισμού στο βρετανικό διπλό προκάλεσε την επανεκκίνηση του αγώνα. Μερικοί κωπηλάτες μπορεί να επηρεαστούν αρνητικά από κάτι τέτοιο σε ένα ολυμπιακό τελικό, αλλά όχι οι Δανοί. Ο Rasmussen λέει σχετικά: «Αμέσως επικεντρώθηκα στην νέα εκκίνηση και το γεγονός αυτό ήθελα να το χρησιμοποιήσω προς όφελός μας. Στον Rasmus είπα: «Τέλεια, μπορούμε να το κάνουμε πολύ καλύτερα τη δεύτερη φορά», ενώ ο Quist πρόσθεσε: «Κατά τη διάρκεια της αναμονής για την επανεκκίνηση, ο άνεμος εντάθηκε. Εμείς συνήθως αποδίδουμε καλά σε ταραγμένα νερά, έτσι νομίζω ότι αυτό εξελίχθηκε προς όφελος μας».
Στα τρία πρώτα 500άρια του Ολυμπιακού τελικού οι Rasmussen και Quist ήταν στη δεύτερη θέση πίσω από τους Purchase και Hunter της Μεγάλης Βρετανίας, αλλά, με πραγματικό Δανέζικο στυλ κωπηλασίας, στο σπριντ των τελευταίων 500 μέτρων, οι δύο κωπηλάτες έδειξαν τη δύναμή τους και κατάφεραν να βρεθούν στην πρώτη θέση και να κατακτήσουν το χρυσό μετάλλιο. Καθώς περνούσαν τις γεμάτες κερκίδες, με θεατές που ζητωκραύγαζαν, ο Rasmussen σκέφτηκε: «Αυτή είναι η στιγμή που έχουμε την ευκαιρία να κερδίσουμε το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο!». Τελικά περνούν τη γραμμή του τερματισμού με διαφορά λίγο πάνω από μισό δευτερόλεπτο από τους Βρετανούς Purchase και Hunter. Η Νέα Ζηλανδία με τους Uru και Taylor πήρε το χάλκινο.
Κοιτώντας πίσω στην κοινή τους καριέρα, κανείς από τους δύο δεν αμφέβαλε ούτε στιγμή, ότι τα χρόνια σκληρής δουλειάς άξιζαν αυτά που πέτυχαν. «Νιώθω φανταστικά», λέει ο Rasmussen, «φτάσαμε τελικά στον στόχο για τον οποίο δουλέψαμε τόσα πολλά χρόνια. Επιπλέον, νιώθουμε μεγάλη ανακούφιση και είμαστε ενθουσιασμένοι και ευγνώμονες που τα καταφέραμε».
Μετά τους Αγώνες δεν έχουν αλλάξει πολλά για το δίδυμο, αλλά όπως παραδέχεται ο Quist, «υπήρξε αφθονία σε σαμπάνια, κεράσματα, ομιλίες και χειραψίες». Οι άνθρωποι που συναντούν είναι ενθουσιασμένοι και θέλουν να δουν τα μετάλλιά τους. Και σύμφωνα με τον Quist: «Έχουν περάσει από πολλά χέρια και έχουν αρκετές γρατσουνιές».
Πηγή:www.worldrowing.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου